ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ:





Σάββατο 7 Αυγούστου 2010

Του Οσίου Πατρός ημών Ησαϊου του Αναχωρητού (2)

--

Συνέχεια ἀπ' τὸ προηγούμενο

Καὶ λέγω αὐτῷ, μόνος ὁ Θεός. Καὶ λέγει μοι, οἶδας ὅτι ἐστὶν ὁ Θεὸς δικαιοκρίτης
ἀποδιδοὺς ἑκάστῳ κατὰ τὰ ἔργα αὐτοῦ; (Ρωμ. δ΄ 7) καὶ λέγω αὐτῷ, ναὶ ὄντως οἶδα
καὶ λέγει μοι, εἰ οὖν ταῦτα οἶδας πῶς κατέκρινας τὸν ἀδελφὸν τὸν προσελθόντα,
ἐν τῇ καρδίᾳ σου; καὶ λέγω, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ,
καὶ ἐνώπιόν σου καὶ ἰδοὺ δίδωμί σοι ἐγγυητὴν τὴν ἁγίαν καὶ πανύμνητον Θεοτόκον,
τοῦ μηκέτι ὀλισθῆσαι τοιούτῳ πτώματι. Καὶ λέγει μοι, πικρίαν ἐν τῇ καρδίᾳ σου
ἔσπειρας, δρέπου τὸ δρᾶγμα ἔτη τρία· καὶ εἶδον αὐτὸν ἀπελθόντα εἰς τὴν πηγήν,
ἐν ᾗ ἔπινον ἐξ αὐτῆς καὶ ἔκρουσε τῇ πυρίνῃ ρομφαίᾳ τὸ ὕδωρ.

Καὶ τοῦ ἀπαντῶ: Ὁ Θεὸς βεβαίως μόνον. Καὶ μοῦ ξαναλέει: Γνωρίζεις ὅτι ὑπάρχει Θεὸς δικαιοκρίτης,
ὁ Ὁποῖος ἀνταποδίδει στὸν καθένα κατὰ τὰ ἔργα του; Καὶ τοῦ λέγω:
Ναί, ἀσφαλῶς τὸ γνωρίζω. Καὶ μοῦ λέει: Ἂν λοιπὸν γνωρίζης ὅλα αὐτὰ πῶς κατέκρινες
μέσα στὴν καρδιά σου τὸν Ἀδελφό σου, ὁ ὁποῖος προσῆλθε σὲ σένα; Καὶ τοῦ λέω:
Ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ ἐνώπιόν σου.
Ἀλλὰ νά, βάζω ὡς ἐγγυήτρια τὴν Ἁγία καὶ Πανύμνητο Θεοτόκο, ὅτι ποτὲ πιὰ
δὲν θὰ «γλυστρίσω» σὲ τέτοιο παράπτωμα. Καὶ μοῦ λέει:
Πίκρα ἔσπειρες στὴν καρδιά σου, θέρισε τὸν καρπό της γιὰ τρία χρόνια.
Καὶ τὸν εἶδα νὰ πηγαίνη στὴν πηγή, ἀπὸ τὴν ὁποία ἔπινα
καὶ κτύπησε τὸ νερὸ μὲ τὴν πύρινη ρομφαία.


Καὶ ἦλθον εἰς ἐμαυτὸν καὶ κλαύσας πικρῶς ἐπῆλθον εἰς τὴν πηγὴν καὶ γευσάμενος
εὗρον τὸ ὕδωρ πικρόν. Ὁσάκις δὲ ἔπινον ἐξ αὐτοῦ, ἐνεθυμούμην τὸν λόγον τοῦ ἀγγέλου
καὶ ἔλεγον ἐμαυτῷ: «Ἡσαΐα, πικρίαν ἔσπειρας, δρέπου τὸ δρᾶγμα». Καὶ ἐποίησα
τὰ τρία ἔτη πενθῶν καὶ ὀδυρόμενος· καὶ μετὰ τὸ τέλος τῶν τριῶν ἐτῶν ἐγλυκάνθη
τὸ ὕδωρ, καὶ ἔγνων ὅτι ἐποίησε μετ᾿ ἐμοῦ Κύριος τὸ ἴδιον ἔλεος. Καὶ διὰ τοῦτο λέγω ὑμῖν,
ὅτι οὐκ ἔστι χεῖρον τοῦ καταλαλῆσαι καὶ κρῖναι τὸν πλησίον· οἱ γὰρ πορνεύοντες
καὶ μοιχεύοντες, οἱ βλέποντες, οἴδασιν ὅτι ἁμαρτάνουσι καὶ πολλάκις ἔρχονται
εἰς μετάνοιαν, οἱ δὲ κατακρίνοντες δυσκόλως ἔρχονται εἰς τὸ γνῶναι αὐτούς».

Καὶ ἦλθα στὸν ἑαυτό μου καὶ ἀφοῦ ἔκλαψα πικρὰ πῆγα στὴν πηγή
καὶ δοκίμασα τὸ νερὸ καὶ τὸ βρῆκα πικρό. Καὶ κάθε φορὰ ποὺ ἔπινα ἀπ’ αὐτό,
θυμόμουν τὰ λόγια τοῦ Ἀγγέλου καὶ ἔλεγα στὸν ἑαυτό μου:
«Ἡσαΐα, πίκρα ἔσπειρες, θέρισε τώρα τὸν καρπό».
Καὶ ἔκανα τρία χρόνια πενθὼν καὶ ὀδυρόμενος καὶ μετὰ τὰ τρία χρόνια
ἔγινε γλυκὸ τὸ νερὸ καὶ κατάλαβα ὅτι ἔδειξε σὲ ἐμένα ὁ Κύριος τὸ ἔλεός Σου.
Γι’ αὐτὸ σᾶς λέω, ὅτι δὲν ὑπάρχει χειρότερο πρᾶγμα ἀπ’ τὸ νὰ καταλαλήσης
ἢ νὰ κρίνης τὸν πλησίον.
Διότι αὐτοί, οἱ ὁποῖοι «ὑποπίπτουν στὸ ἁμάρτημα τῆς πορνείας ἢ τῆς μοιχείας
καὶ ἔχουν ἐπίγνωσι τοῦ τί κάνουν, γνωρίζουν ὅτι ἁμαρτάνουν
καὶ πολλὲς φορὲς ἔρχονται σὲ μετάνοια.
Αὐτοὶ ὅμως ποὺ κατακρίνουν δύσκολα ἔρχονται σὲ αὐτογνωσία»...



(Ἐπιμέλεια «ΑΓΙΜΑΚ», Ἰούλιος 2010)
--

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου